Τον εικοστό αιώνα υπολογίζεται ότι εξαιτίας των πολεμικών συγκρούσεων έχασαν τη ζωή τους πάνω από 190 εκατομμύρια άνθρωποι. Ενώ όμως κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο 1 στους 7 νεκρούς ήταν άμαχοι πολίτες και όχι στρατιωτικοί, κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο αυτή η αναλογία δεν ισχύει και οι νεκροί άμαχοι πολίτες ανέρχονται σε 2:3. Πάντως, από τις αρχές του 21ου αιώνα το ποσοστό των νεκρών άμαχων πολιτών σε έναν πόλεμο φτάνει το 90%. Αλλά και ο αριθμός των προσφύγων λόγω πολέμου έχει αυξηθεί δραματικά σε σχέση με τον προηγούμενο αιώνα. Σήμερα, λοιπόν, ο πόλεμος δεν μπορεί πλέον να θεωρείται απλώς «η συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα».
Γεγονός που επιβεβαιώνεται με πολύ επώδυνο τρόπο και από τις τρέχουσες πολεμικές επιχειρήσεις του Ισραήλ στη Γάζα και στο Ιράν, όπου η στοχοθέτηση και η μαζική δολοφονία αμάχων μέσω βομβαρδισμών και οι καταστροφές των ζωτικής σημασίας υποδομών αποτελούν εγκλήματα πολέμου, που παραβιάζουν κατάφωρα όλες τις συνθήκες της Σύμβασης της Γενεύης, που ορίζει ρητά όχι μόνο την προστασία των αμάχων, αλλά απαγορεύει και τη χρήση ορισμένων απάνθρωπων πολεμικών στρατηγικών, όπως π.χ. οι βομβαρδισμοί σε πυκνοκατοικημένες ζώνες, οι βόμβες διασποράς ή οι νάρκες ξηράς σε πόλεις.
Δεδομένου, μάλιστα, ότι ο απώτερος στόχος όλων αυτών των πολεμικών επιχειρήσεων είναι ο μαζικός αφανισμός ενός πληθυσμού με βάση τα κοινά ιστορικά, εθνοτικά ή θρησκευτικά χαρακτηριστικά του, τότε πρόκειται αναμφίβολα για μια γενοκτονία: δηλαδή, όχι μόνο για ανείπωτη πολεμική βαρβαρότητα, αλλά για την εσκεμμένη «εθνοτική κάθαρση», όπου τα θύματα γενοκτονίας τού χθες έχουν μετατραπεί, σήμερα, σε θύτες.
Οι εμπειρίες απάνθρωπης βίας που προκαλούνται από πολέμους, εθνοτικές εκκαθαρίσεις, μαζικές δολοφονίες και βίαιες εκτοπίσεις πληθυσμών δημιουργούν ένα εφιαλτικό σοκ στους πληθυσμούς που υφίστανται αυτές τις κάθε άλλο παρά σπάνιες ανθρώπινες πρακτικές. Καταστροφικές εμπειρίες που προκαλούν σε όσες ή όσους επιβιώνουν δυσεξάλειπτα ψυχοσωματικά τραύματα: εκτός από τις «πολεμικές νευρώσεις», παρουσιάζουν μόνιμες διαταραχές μνήμης και την αποσυνδετική διαταραχή (Dissociation), δηλαδή δυσχέρειες στη νοητική εστίαση, την επεξεργασία και την ανάκληση των όσων ζουν. Με αποτέλεσμα τη μαζική απανθρωποποίηση των θυμάτων, αφού τα άτομα αυτά έχουν απολέσει οριστικά τη συνοχή των εμπειριών, των σκέψεων και των πράξεών τους.
Πάντως, η συστηματική επιστημονική διερεύνηση των εγκεφαλικών αποτυπωμάτων και των ψυχοπαθολογικών συνεπειών από τις επώδυνες πολεμικές εμπειρίες θα γνωρίσει μια απρόσμενη ανάπτυξη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ωστόσο, οι πιο σοβαρές νευρολογικές παθήσεις και οι νευρώσεις λόγω της εμπειρίας πολέμου θα αρχίσουν να αποκαλύπτονται, κατά τη δεκαετία του 1970, με την περιγραφή της «Διαταραχής Μετατραυματικού Στρες» (Post-traumatic Stress Disorder ή PTSD). Πρόκειται για το αρκετά διαδεδομένο ψυχοπαθολογικό σύνδρομο από το οποίο υπέφεραν πολλοί βετεράνοι του πολέμου του Βιετνάμ, αλλά και οι μη στρατιωτικοί που είχαν βιώσει καταστροφικές πολεμικές εμπειρίες (βλ. «Μηχανές του Νου», 14-10-23).
Πώς μπορούμε, όμως, να αναγνωρίσουμε την ιδιαιτέρως τραυματική εμπειρία ενός πολέμου; Κατ’ αρχάς, πρέπει να διακρίνουμε τα συνήθη, μικρά «τραυματάκια» από τα πιο σοβαρά, μεγάλα «Τραύματα» (με «Τ» κεφαλαίο). Τα πρώτα είναι μια σειρά από καθημερινά ενοχλητικά συμβάντα, που συνήθως συνοδεύονται από δυσάρεστα αισθήματα φόβου, ανασφάλειας και δυσφορίας, τα οποία όποτε εμφανίζονται αναστατώνουν ή διακόπτουν προσωρινά τον καθημερινό τρόπο ζωής μας. Αντίθετα, στα μεγάλα «Τραύματα» περιλαμβάνονται μόνο οι ακραίες τραυματικές εμπειρίες που βιώνουμε, ευτυχώς σπανίως, και οι οποίες θέτουν σε σοβαρό κίνδυνο τη ζωή μας ή τη ζωή των πιο αγαπημένων μας προσώπων. Για παράδειγμα, η εμπειρία ενός πολέμου, ένα σοβαρό ατύχημα, μία καταστροφική πυρκαγιά ή σεισμός, και οι εγκληματικές κακοποιήσεις.
Το εγκεφαλικό αποτύπωμα της εμπόλεμης κατάστασης
Το να βρίσκεται ο εγκέφαλός μας σε εμπόλεμη κατάσταση σημαίνει ότι είναι διαρκώς υπό το καθεστώς διαρκούς απειλής για την επιβίωσή μας και, άρα, τα νευρωνικά του κυκλώματα του φόβου και του άγχους βρίσκονται διαρκώς σε επιφυλακή για να αντιμετωπίσουν κάθε επικείμενο κίνδυνο. Η ενεργοποίηση αυτών των εγκεφαλικών κυκλωμάτων είναι η αυτόματη και η προσαρμοστική απάντηση του οργανισμού μας στις απειλές του πολέμου. Ομως, η παρατεταμένη και έντονη δραστηριότητα των συγκεκριμένων εγκεφαλικών μηχανισμών επιφέρει κάποιες δομικές και λειτουργικές αλλαγές σε αυτά τα εγκεφαλικά κυκλώματα. Γεγονός που, με τη σειρά του, μπορεί να οδηγήσει σε μόνιμες αλλοιώσεις των εγκεφαλικών λειτουργιών, οι οποίες, συνήθως, εκδηλώνονται ως βαθύτατα τραυματικές ψυχοπαθολογικές συμπεριφορές.
Υπό αυτή την έννοια, η προσωπική εμπειρία της συμμετοχής σε έναν πόλεμο βιώνεται σαν ένα ιδιαίτερα τραυματικό γεγονός, αφού ενέχει σοβαρούς κινδύνους: από τον κίνδυνο της απώλειας της ζωής μας ή των αγαπημένων μας προσώπων, μέχρι την καταστροφή του σπιτιού μας ή της πόλης όπου ζούμε. Ανεπανόρθωτες καταστροφές που, όταν τις βιώνουμε, μας δημιουργούν ένα βαθύτατο και συχνά αθεράπευτο τραύμα, που αλλάζει για πάντα τον τρόπο της ζωής και της σκέψης μας.
Στην προσπάθειά του να αντιμετωπίσει τέτοιες σοβαρές απειλές και να διαχειριστεί τις πιο τραυματικές τους συνέπειες, ο οργανισμός μας –και ειδικότερα ο εγκέφαλός μας– αντιδρά αναπτύσσοντας μια σειρά από συμπεριφορές που όχι απλώς μας θέτουν σε επιφυλακή, αλλά μας βοηθούν να αντιμετωπίσουμε εγκαίρως τον επικείμενο κίνδυνο. Επομένως, το να βρίσκεται ο εγκέφαλός μας σε «εμπόλεμη κατάσταση» σημαίνει ότι βρίσκεται υπό το καθεστώς διαρκούς απειλής. Αυτό, με τη σειρά του, συνεπάγεται ότι, σε συνθήκες πολέμου, τα ειδικά νευρωνικά κυκλώματα του φόβου και του άγχους βρίσκονται σε αυξημένη επιφυλακή για να αντιμετωπίσουν κάθε επικείμενο κίνδυνο για την επιβίωσή μας ή των αγαπημένων μας.
Η αυτόματη ενεργοποίηση του φόβου και του άγχους αποτελεί τη φυσική προσαρμοστική αντίδραση του οργανισμού μας σε ό,τι απειλεί την επιβίωσή μας, όπως π.χ. ένας πόλεμος. Ωστόσο, η παρατεταμένη ενεργοποίηση αυτών των προστατευτικών μηχανισμών μπορεί να επιφέρει σημαντικές δομικές και λειτουργικές αλλαγές σε αυτά τα εγκεφαλικά κυκλώματα. Γεγονός που, πολύ συχνά, οδηγεί σε μόνιμες αλλοιώσεις των συγκεκριμένων εγκεφαλικών συμπεριφορών του φόβου, του άγχους και της επιθετικότητας, οι οποίες, μετά από μια καταστροφική εμπειρία, ενδέχεται να εκδηλωθούν ως ακραίες ψυχοπαθολογικές συμπεριφορές, όπως η διαταραχή PTSD και οι άλλες πολεμικές νευρώσεις.
Χάρη στις νέες τεχνικές απεικόνισης του εγκεφάλου (τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων, λειτουργική μαγνητική τομογραφία), οι νευροεπιστήμονες είναι σε θέση να παρακολουθούν ζωντανά και να εντοπίζουν επακριβώς το εγκεφαλικό υπόβαθρο του άγχους. Ετσι επιβεβαίωσαν την υποψία ότι ο υποθάλαμος, μια δομή στο βάθος του εγκεφάλου που ρυθμίζει κυρίως τις αυτόνομες, ενδοκρινικές και τις σπλαχνικές αντιδράσεις μας, παίζει αποφασιστικό ρόλο και στη ρύθμιση των αντιδράσεών μας στο στρες.
Πιο συγκεκριμένα, επιβεβαίωσαν ότι όποτε αντιμετωπίζουμε μια ιδιαίτερα απειλητική εμπόλεμη κατάσταση ενεργοποιείται αμέσως ο υποθάλαμος, ο οποίος κατόπιν θέτει σε κίνηση δύο διαφορετικούς αλλά συμπληρωματικούς εγκεφαλικούς μηχανισμούς «πανικού». Ο πρώτος και ταχύτερος μηχανισμός αντίδρασης θέτει σε κίνηση το συμπαθητικό νευρικό σύστημα, το οποίο αντιδρά στα νευρικά σήματα που προέρχονται από τον υποθάλαμο, κινητοποιώντας το καρδιαγγειακό και το αναπνευστικό σύστημα και τους λείους μυς που βρίσκονται υπό τον έλεγχό του: η καρδιά μας πάει να σπάσει, αναπνέουμε πιο γρήγορα αυξάνοντας την παροχή οξυγόνου στον εγκέφαλο και οι μύες μας τεντώνονται και, το σημαντικότερο, αρχίζουν να εκκρίνονται οι «ορμόνες του στρες» (επινεφρίνη και νορεπινεφρίνη).
Ο δεύτερος, βραδύτερος μηχανισμός αντίδρασης στο άγχος πολέμου ενεργοποιείται όταν το νευρικό σήμα από τον υποθάλαμο φτάνει στην υπόφυση. Αυτή με τη σειρά της εκκρίνει τη φλοιοεπινεφριδιοτρόπο ορμόνη (ACTH), η οποία μέσω του αίματος φτάνει στον φλοιό των επινεφριδίων. Τότε αυτά αρχίζουν να εκκρίνουν την περίφημη ορμόνη κορτιζόλη, γνωστή και ως η ορμόνη «αντι-στρες» επειδή δρα καταπραϋντικά. Πάντως, η παρατεταμένη έκκριση της κορτιζόλης, για πάνω από 10-12 εβδομάδες, έχει καταστροφικές συνέπειες για τον εγκέφαλο: επηρεάζει τη μνήμη και τη δημιουργία νέων εγκεφαλικών συνάψεων και ο εγκέφαλος παρουσιάζει συμπτώματα πρόωρης γήρανσης.
Ανέκαθεν, ο πολεμικός στόχος είναι ο εγκέφαλος
Τα τελευταία χρόνια, οι εντυπωσιακές ανακαλύψεις στο πεδίο της νευροεπιστήμης μάς αποκαλύπτουν το πώς επηρεάζονται οι δομές και οι λειτουργίες του εγκεφάλου μας από την ιδιαιτέρως απειλητική και τραυματική εμπειρία του πολέμου. Απέναντι σε μια τέτοια θανάσιμη απειλή, κινητοποιούνται αμέσως οι «κατώτερες» υποφλοιικές δομές του μεταιχμιακού συστήματος, οι οποίες δρουν άμεσα, πριν μπουν στο παιχνίδι οι «ανώτερες» δομές του προμετωπιαίου φλοιού.

Ετσι ανακαλύψαν, για παράδειγμα, ότι η αμυγδαλή –μια μικρή εγκεφαλική δομή στα βάθη του κροταφικού λοβού– απαντά ενστικτωδώς στέλνοντας εντολή στο αυτόνομο νευρικό σύστημα να αυξήσει την παραγωγή της ορμόνης αδρεναλίνης που, με τη σειρά της, ενεργοποιεί τον άξονα «υποθάλαμου - υπόφυσης - επινεφρίδια», ο οποίος ευθύνεται για την αυξημένη παραγωγή και την απελευθέρωση στο σώμα της κορτιζόλης, μιας άλλης ορμόνης που εμπλέκεται στη δημιουργία του αισθήματος του άγχους. Παράλληλα, όμως, σήματα από την αμυγδαλή ενεργοποιούν τους βαθύτερους πυρήνες στον προμετωπιαίο φλοιό, ώστε να αποφασίσουν για το αν ο οργανισμός μπορεί να αντιμετωπίσει την απειλή ή πρέπει να τραπεί σε φυγή.
Η υπερδραστηριότητα της αμυγδαλής, λόγω της υπερβολικής συγκέντρωσης κορτιζόλης, έχει ως συνέπεια να στέλνει διαρκώς διεγερτικά νευρωνικά σήματα φόβου ή απειλής στα ανώτερα φλοιικά κέντρα, με αποτέλεσμα αυτά να δραστηριοποιούνται εκκρίνοντας ακόμη περισσότερη κορτιζόλη προκειμένου ο οργανισμός να αντιμετωπίσει μία ασαφή και, ενδεχομένως, ανύπαρκτη απειλή. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, όμως, εγκαθίσταται μόνιμα το φαύλο, αλλά απολύτως πραγματικό, κύκλωμα του φόβου-βίας που αποδιοργανώνει τον εγκέφαλό μας, υποβαθμίζει τις νοητικές μας ικανότητες και καταστρέφει της κοινωνικές μας σχέσεις.
Διαβάζοντας κανείς για αυτά τα πρόσφατα επιστημονικά επιτεύγματα καλό θα ήταν να έχει πάντα κατά νου ότι η προσπάθεια για μια αποκλειστικά νευροβιολογική «εξήγηση» του κυκλώματος της ανθρώπινης βίας και φόβου μπορεί να λειτουργήσει νομιμοποιητικά και τελικά απανθρωποποιητικά: εκλογικεύοντας ή δικαιολογώντας «επιστημονικά» τις πιο απάνθρωπες και αντικοινωνικές πράξεις βίας. Μήπως γνωρίζοντας τις εγκεφαλικές προϋποθέσεις της εμπόλεμης κατάστασης σημαίνει ότι ο πόλεμος είναι βιοανθρωπολογικά μοιραίος; Αυτό το ερώτημα θα προσπαθήσουμε να διερευνήσουμε στο επόμενο άρθρο μας.
ℹ️ Οι ιδιαίτερα καταστροφικές πολεμικές διαταραχές περιγράφονται από το «Σύνδρομο Μετατραυματικού Στρες» (Post-traumatic Stress Disorder ή PTSD). Το σύνδρομο αυτό αναγνωρίστηκε επίσημα και έγινε ευρύτερα αποδεκτό από την ιατρική διαγνωστική όταν μελετήθηκαν αρκετές περιπτώσεις ατόμων που αντιμετώπισαν κάποτε τον κίνδυνο του θανάτου ή βίωσαν άλλες ακραίες απειλές. Εξάλλου, οι πρώτες επίσημα διαγνωσμένες περιπτώσεις αφορούσαν Αμερικανούς βετεράνους, οι οποίοι όταν επέστρεφαν από τον πόλεμο του Βιετνάμ εμφάνιζαν κάποιες ασυνήθιστες ψυχοσωματικές διαταραχές, οι οποίες ούτε προβλέπονταν ούτε και μπορούσαν να εξηγηθούν από την καθιερωμένη τότε ψυχιατρική άποψη. Εκτοτε, διαπίστωσαν ότι τα ίδια ακριβώς συμπτώματα εκδηλώνονται όχι μόνο σε στρατιωτικούς που συμμετέχουν ενεργά σε πολεμικές επιχειρήσεις, αλλά και σε άμαχους πολίτες που αντιμετωπίζουν ακραίες απειλητικές καταστάσεις.